Η «ανατολή» των παιδικών δοντιών είναι πηγή μεγάλου άγχους και πολλές φορές πανικού για τους γονείς. Ο μύθος ότι το μωρό υποφέρει όταν εμφανίζει τα δόντια του έχει τις ρίζες του στα αρχαία χρόνια και σε πολλούς πολιτισμούς. Η εμφάνιση των νεογιλών δοντιών έχει σχετιστεί με συμπτώματα γενικής υγείας για πάνω από 5.000 χρόνια. Ο Ιπποκράτης, ο Όμηρος, ο Κέλσιος, και ο Αριστοτέλης αναφέρουν ότι η ανατολή των δοντιών προκαλεί σοβαρά συμπτώματα. Στα έργα της Ιπποκρατικής Συλλογής, «Αφορισμοί, Τμήμα Τρίτον 24-29» σημειώνεται ότι με την οδοντοφυΐα παρουσιάζονται ερεθισμοί των ούλων, πυρετοί, σπασμοί, διάρροια, και μάλιστα όταν εμφανίζονται οι κυνόδοντες: «Προς δε το οδοντοφυέειν προσάγουσιν, ούλων οδαξησμοί, πυρετοί, σπασμοί, διάρροιαι, και μάλιστα όταν ανάγωσι
τους κυνόδοντας,…»

Στη Γαλλία τον 18ο αιώνα οι μισοί θάνατοι βρεφών που καταγράφηκαν είχαν ως αιτία θανάτου την «οδοντοφυΐα»! Στην αγγλική ορολογία ο όρος «teething» ρησιμοποιείται ιδιωματικά για να περιγράψει αυξανόμενο πόνο και προβλήματα που εμφανίζονται στα πρώιμα στάδια μιας δραστηριότητας. Αλλά και στη χώρα μας πόσες φορές δεν έχουμε πει σε κάποιον «δόντια βγάζεις;» εννοώντας ότι γκρινιάζει!

Το γεγονός ότι το παιδί «βγάζει δόντια» είναι ένα απόλυτα φυσιολογικό αναπτυξιακό ορόσημο. Η συνύπαρξη και άλλων φυσιολογικών διεργασιών κατά τη χρονική περίοδο εμφάνισης των δοντιών καθιστά την ερμηνεία διαφόρων συμπτωμάτων εξαιρετικά δύσκολη. Συμπτώματα όπως γκρίνια, ανησυχία, κλάματα, σιελόρροια, πυρετός, διάρροια που συχνά αποδίδονται στην εμφάνιση των δοντιών πρέπει να αξιολογούνται σε κάθε περίπτωση και σε κάθε βρέφος ξεχωριστά.

Μετά την ηλικία των 6 μηνών, στο βρέφος αναπτύσσονται φυσιολογικά οι σιελογόνοι αδένες, με αποτέλεσμα υπερπαραγωγή σάλιου, άρα και αυξημένη σιελόρροια εφόσον δεν έχει μάθει ακόμη να καταπίνει. Παράλληλα, η αδυναμία του να κατανοήσει την αίσθηση μονιμότητας των αντικειμένων το κάνει ανήσυχο, ιδιαίτερα το βράδυ όταν ξυπνάει κλαίγοντας. Ακόμη η προστασία που είχε από τα μητρικά αντισώματα τους πρώτους 6 μήνες της ζωής έναντι λοιμώξεων και ιώσεων εξασθενεί, ενώ το δικό του ανοσοποιητικό σύστημα  είναι ακόμη ανώριμο να ανταπεξέλθει σε διάφορες μολύνσεις. Όσο μεγαλώνει και αρχίζει να βάζει πράγματα στο στόμα του καθώς μπουσουλάει, η επαφή του με διάφορα παθογόνα γίνεται συχνότερη, άρα και η πιθανότητα να παρουσιάσει κάποια συμπτώματα υποκλινικής λοίμωξης όπως πυρετό και διάρροια. Ορισμένες φορές, για τα συμπτώματα ευθύνεται ο ιός της ερπητικής ουλοστοματίτιδας, όπως έχει αποδειχτεί και σε εργαστηριακή ανίχνευση του ιού σε σάλιο βρεφών που έβγαζαν δόντια και ήταν ανήσυχα.

Η επιστημονική καταγραφή και ερμηνεία των συμπτωμάτων που σχετίζονται με την ανάπτυξη της οδοντοφυΐας στο βρέφος είναι εξαιρετικά δύσκολη, εφόσον τις περισσότερες φορές τα συμπτώματα αναφέρονται και καταγράφονται από τις μητέρες μετά την παρέλευσή τους. Σε πολλές έρευνες έχει βρεθεί ότι οι αντιλήψεις αυτές είναι εξαιρετικά ισχυρές.

Από καλά σχεδιασμένες κλινικές μελέτες με μεγάλο αριθμό συμμετεχόντων έχει βγει το συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένα συμπτώματα τα οποία όλα μαζί προμηνύουν με αξιοπιστία την εμφάνιση των δοντιών. Επιπλέον, τα συμπτώματα που μπορεί να αποδοθούν στην οδοντοφυΐα δεν είναι ποτέ σοβαρά, και η παρουσία πυρετού (> 38,5ο C) ή άλλων κλινικά σημαντικών συμπτωμάτων είναι πολύ απίθανο να προκληθούν από την εμφάνιση των δοντιών. Σε μια κλινική μελέτη όπου εξετάστηκαν παιδιά που εισήχθησαν στο νοσοκομείο με συμπτώματα αποδιδόμενα από τους γονείς στην οδοντοφυΐα, στο 96% αυτών των παιδιών διαγνώστηκε σοβαρό ιατρικό πρόβλημα, συμπεριλαμβανομένης μιας περίπτωσης βακτηριακής μηνιγγίτιδας.

Επομένως, όταν τα βρέφη παρουσιάζουν σοβαρά συμπτώματα οι γονείς και οι θεράποντες ιατροί δεν θα πρέπει να υποθέτουν ότι ευθύνεται η νεογιλή οδοντοφυΐα.